Thursday 24 March 2016

Τηλεόραση και τα δύο φύλα

H επενέργεια της τηλεοπτικής εικόνας στη διαμόρφωση του ρόλου των δύο φύλων

Ως γνωστόν, η τηλεόραση επηρεάζει τις απόψεις των παιδιών για την κοινωνική πραγματικότητα. Μια επίδραση που μπορεί να ενθαρρύνει τις στερεότυπες γνώμες σχετικά με κοινωνικά θέματα, είναι κι αυτή των ρόλων των δύο φύλων. Η ανάλυση των προγραμμάτων της τηλεόρασης στις ΗΠΑ έδειξε, ότι η τηλεόραση δείχνει πολύ στερεότυπες απόψεις του αρσενικού και ειδικά του θηλυκού ρόλου. Οι μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά που στις Ηνωμένες Πολιτείες παρακολουθούν περισσότερες ώρες τηλεόραση έχουν πιο στερεότυπες απόψεις για τους ρόλους των φύλων, απ’ ότι τα παιδιά που βλέπουν λιγότερο τηλεόραση. Οι αντρικοί χαρακτήρες είναι περισσότεροι από τους γυναικείους σε αναλογία 3 προς 1 και με λίγες μόνο εξαιρέσεις, οι γυναίκες παρουσιάζονται ως αδύναμοι, παθητικοί δορυφόροι των δυναμικών και πετυχημένων ανδρών[1].


Στις ταινίες η γυναίκα προβάλλεται ως «σκεύος ηδονής», ως ένα αντικείμενο προορισμένο να ικανοποιεί τις σεξουαλικές ορμές του άνδρα[2] με αποτέλεσμα οι άντρες να αποκομίζουν μια διαστρεβλωμένη και εξευτελιστική εικόνα για τη γυναίκα από τη στιγμή που αυτή εμφανίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο. Στα παιδιά, στα οποία η σεξουαλικότητα δεν έχει ακόμα εκδηλωθεί, διαστρεβλώνεται βίαια η σεξουαλική τους ανάπτυξη. Όταν η γενετήσια πράξη και το γυμνό γυναικείο σώμα εξυπηρετούν τη θεαματικότητα για το κέρδος, τότε παρατηρείται έλλειψη σεβασμού και εξευτελισμός της γυναικείας προσωπικότητας αλλά και της ιδιότητάς της ως ηθοποιού. Όταν η αισθητική και καλλιτεχνική αξία αλλοιώνεται, τότε το έργο παύει να υφίσταται σαν έργο τέχνης και λειτουργεί σαν εμπορεύσιμο προϊόν[3]. Οι σκηνές αυτές μπορεί να απευθύνονται ακατάσχετα στη σεξουαλική στέρηση του τηλεθεατή, ωστόσο, το μόνο τελικά που ικανοποιείται μέσα από αυτές δεν είναι άλλο από το ίδιο το ανικανοποίητο. Ο τηλεθεατής δεν μπορεί παρά να προσβλέπει στην πρόσκαιρη ικανοποίηση μιας ανάγκης του να παρηγορείται από υποκατάστατα, που έχουν την ιδιότητα να τον ικανοποιούν σε μικρές δόσεις, αφήνοντάς τον διαρκώς ανικανοποίητο[4].

Η προβολή των ακατάλληλων αυτών εικόνων με τα σύγχρονα τεχνικά μέσα αποτελεί ισχυρό διεγερτικό για τους ανήλικους, πράγμα που αυξάνει και η απομόνωσή τους, το σκοτάδι, ο δυνατός φωτισμός της οθόνης[5]. Έτσι, η εικόνα φαίνεται ως η πλέον ζωντανή έκφραση της πραγματικότητας. Ο ρεαλισμός της διευκολύνει το θεατή ν’ αναγνωρίσει αυτό που συμβαίνει στον ίδιο και στην ταινία και τον βοηθά να μεταφέρει αυτά που είδε και έμαθε από εκεί στην πραγματική ζωή[6].

Οι υπεύθυνοι παραγωγής τηλεοπτικών έργων καταφεύγουν με μεγάλη ευκολία σε εικόνες γενετήσιας πράξης και ευτελούς εντυπωσιασμού. Η συχνή επανάληψη των μέσων αυτών παρακινεί πολλούς θεατές να ξαναζήσουν ό, τι προηγουμένως είδαν, αγνοώντας πώς αυτό επενεργεί στο δικό τους υποσυνείδητο και πολύ περισσότερο σε αυτό των παιδιών τους[7]. Κι αυτό γιατί η ένταση της διέγερσης των γενετήσιων ενστίκτων που επιφέρει η παρακολούθηση πορνογραφικών ταινιών ποικίλλει ανάλογα με το επίπεδο νοημοσύνης των θεατών. Οι εικόνες αυτές επηρεάζουν καθοριστικά τις σχέσεις των δύο φύλων[8], αφού είναι διαποτισμένες με υπερβολική πολυτέλεια, ευκολία ζωής, αλλά και με ηθική νοσηρότητα, ακόμα και με σαδομαζοχισμό[9].

Τα παιδιά έχουν την τάση να εξιδανικεύουν τα χαρίσματα των ηρώων. Τα αγόρια μάλιστα δίνουν έμφαση στην περιπέτεια και στη δράση, ενώ τα κορίτσια αρέσκονται από την εμφάνιση, την ευγένεια και την καλοσύνη, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ρόλοι τους έχουν ήδη σε μεγάλο βαθμό διαμορφωθεί μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον. Επακόλουθο αυτής της εξιδανίκευσης είναι η μίμηση ακόμη και της ενδυμασίας, της κόμμωσης ή των εκφράσεων του ήρωα και η αναπαραγωγή σκηνών που έχουν προηγουμένως δει στα παιχνίδια με τους ομηλίκους τους. Έτσι, αφού αρχικά τα παιδιά ταυτιστούν με τα πρότυπα των γονέων, στη συνέχεια – μέσα από την ταύτιση με ήρωες – αναπροσαρμόζουν τον ιδανικό τους χαρακτήρα[10].


Μολονότι τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές για το ρόλο των φύλων, εντούτοις η εικόνα που προβάλλεται για το ρόλο του άνδρα και της γυναίκας είναι η παραδοσιακή[11]. Στις παιδικές εκπομπές κατά βάση αναπαράγονται παλιά στερεότυπα συμπεριφοράς. Στις ελληνικές σειρές ως κεντρικοί ήρωες παρουσιάζονται άνδρες δυναμικοί, έξυπνοι, δραστήριοι, πετυχημένοι και γυναίκες που κύριο μέλημα έχουν την αναζήτηση συζύγου, τη μητρότητα, τη μέριμνα του σπιτιού, χωρίς να λείπει και ο τονισμός της συναισθηματικότητας των τελευταίων, σε συνδυασμό με τη γλυκύτητα και την ομορφιά τους[12]. Η ομορφιά μάλιστα, σε συνδυασμό με τη γοητεία και τα πλούτη[13], προτάσσονται ως ποθητό όνειρο όλων των κοριτσιών και θεωρούνται ένα σπουδαίο εφόδιο κοινωνικής επιτυχίας. Η συμμετοχή τους στην κοινωνική ζωή εμφανίζεται υποβαθμισμένη. Παρουσιάζονται να δρουν κάτω από τη σκιά του άνδρα και για να πετύχουν τους στόχους τους προσφεύγουν συχνά στη γοητεία τους και λιγότερο στις ικανότητες, στην αξιοσύνη ή στα τυπικά τους προσόντα[14]. Σε σχέση με τους άνδρες εμφανίζονται λιγότερο ικανές να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους, λιγότερο δημιουργικές αλλά και λιγότερο δραστήριες. Κατά βάση παρουσιάζεται ο τύπος της μεμψίμοιρης πεθεράς, της εξαρτημένης ή υποταγμένης συζύγου, της ανίκανης οδηγού, της ανόητης νεαρής ξανθιάς[15]. Σε αντίθεση με τους άντρες που πετυχαίνουν υψηλές επαγγελματικές επιδόσεις, εμφανίζονται λιγότερο στον εργασιακό και επαγγελματικό τους χώρο και περισσότερο στον οικιακό, όπου εκτελούν τις παραδοσιακές και καθορισμένες για το φύλο τους εργασίες. Μπορεί οι ασχολίες που αναπαρίστανται να διαφέρουν αισθητά μεταξύ τους, ωστόσο όσον αφορά στα εργασιακά στερεότυπα και στην εξουσία δεν υπάρχει διαφορά στη δομική σχέση μεταξύ των δύο φύλων[16]. H σκεπτόμενη, δυναμική γυναίκα, που παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ζωή, στο χώρο δηλαδή της επιστήμης, της τέχνης και του επαγγέλματος προβάλλεται περιορισμένα. Ακόμη και όταν αυτή παρουσιάζεται στον εργασιακό και επαγγελματικό της χώρο, συνήθως εμφανίζεται στο ρόλο της διεκπεραιώτριας, εκτελώντας εργασίες που της υποδεικνύουν οι άνδρες[17]. Μολονότι τα τελευταία χρόνια σε αρκετές ελληνικές σειρές εμφανίζονται ως εργαζόμενες και μάλιστα επιστήμονες, εντούτοις και πάλι τονίζεται ως κύριο ενδιαφέρον τους στη ζωή ο έρωτας και η κατάκτηση του άνδρα, από την αγάπη του οποίου εμφανίζονται συνήθως εξαρτημένες γι’ αυτό και συναισθηματικά ευάλωτες[18]. Έτσι, μέσα από τα πολλά αυτά πρόσωπά τους δημιουργούνται και τα αντίστοιχα πρότυπα[19].

Συμπερασματικά λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν έχει ακόμη επιτευχθεί και γι’ αυτό συχνά ευθύνεται η εικόνα της τηλεόρασης[20], αφού άμεσα ή έμμεσα μεταφέρει στα παιδιά, που δεν έχουν ακόμη διαμορφώσει στάση και γνώμη, στερεότυπες αντιλήψεις. Βλέποντας οι μικροί δέκτες τις ανισότητες ή τις διακρίσεις ανάμεσα στα φύλα διαιωνίζουν τα προβαλλόμενα πρότυπα. Κι αυτό γιατί επικεντρώνονται σε ό, τι αφορά το δικό τους φύλο και στην αναγνώριση του φύλου τους με βάση τηλεοπτικούς ομόφυλους χαρακτήρες[21]. Έτσι, η τηλεόραση, με τη δύναμη της εικόνας της, κατευθύνει, καθορίζει και διαμορφώνει αντιλήψεις και χαρακτήρες.

Βασιλική Β. Παππά
Msc, MA Θεολόγος - Υπεύθυνη του ΚΕΣΥΠ Ηγουμενίτσας



[1]Βλ. N. Signorelli, “Television and conceptions about sex roles: Μaintaining conventionality and the status quo”, Sex Roles, 21 (5) s.s 341-342.
[2] Βλ. Χριστιανική ένωση επιστημόνων, «Η λογοκρισία στις άσεμνες κινηματογραφικές ταινίες και στα χυδαία έντυπα και εικόνες», περ. Ακτίνες (1985), τεύχ. 458, σ. 53.
[3] Βλ. Π.Δάφνου, «Κινηματογράφος και ΜΜΕ», Πρακτικά Β΄ Πανελλήνιου Συνεδρίου για τα ΜΜΕ (16-20 Ιουνίου 1993), Αθήνα (εκδ. της Διασωματειακής Επιτροπής για την τηλεόραση και το Ραδιόφωνο) 1994, σ. 381.
[4] Βλ. Κ. Ναυρίδη, «Επικοινωνία με τηλεόραση», στον τόμο Δικαιοσύνη και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. 1ο Νομικό Συνέδριο (2 και 3 Δεκεμβρίου 1994), Αθήνα (εκδ. Αφοί Σάκκουλα) 1995, σσ. 146-147.
[5] Βλ. Β.Π. Νικολοπούλου (επιμ.), Τηλεόρασις: εχθρός ή φίλος;, εκδ. Δευτέρα, εκδ. Χριστιανικής Εστίας Πατρών, Πάτραι 1989, σσ. 85-86.
[6] Βλ. Β.Π. Νικολοπούλου, ό.π., 85-86.
[7]Βλ. K. Popper, «Ένας νόμος για την τηλεόραση» στο K. Popper, J. Condry, Τηλεόραση: Κίνδυνος για τη δημοκρατία, Αθήναι (εκδ. Λιβάνη) 1995, σσ. 29, 30, 37-38. Βλ. επίσης Μ. Ζαφρανά, «Εγκέφαλος και Τηλεόραση», στον τόμο Τ. Δουλκέρη (επιμ.), Τα ΜΜΕ στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Πρακτικά Α΄ Επιστημονικής Συνάντησης του Τμήματος Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ, χ.χ., σσ. 142-148.
[8] Βλ. Σ. Μεσημέρη, «Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η επίδρασή τους στην ψυχολογία του παιδιού», στον τόμο Το παιδικό θέαμα, Α’ Πανελλήνιο Συνέδριο 1988, με συνεργασία του δήμου Καρδίτσας και της ετήσιας έκδοσης έρευνας και μελέτης «Επιθεώρηση παιδικής λογοτεχνίας» υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, Αθήνα (εκδ. Καστανιώτη) 1989, σ. 43. Βλ. επίσης Κ. Ανδριανού, «Ακόμα Πέντε Λεπτά Τηλεόραση», περ. Παιδί και Νέοι γονείς (1994), τεύχ. 113, σ. 76.
[9] Βλ. Ι. Φραντζεσκάκη, «Παράγοντες εγκληματικότητας ανηλίκων και μέτρα πρόληψης και καταπολέμησής της», περ. Θεοδρόμος (1984), τεύχ. 2, σ. 352.
[10] Βλ. Κ. Βρύζα, Μέσα Επικοινωνίας και Παιδική Ηλικία, Θεσσαονίκη (εκδ. Βάνια) 1997, σσ. 27 και 28-29. Βλ. επίσης Μ. Κασσωτάκη, Τηλεόραση και αγωγή. Συμβολή στη μελέτη των επιπτώσεων της τηλεοράσεως στην ψυχική υγεία και αγωγή των νέων. Έκδοση Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων των μαθητών, εκδ. Π.Σ.Π.Α., Αθήνα 1978, σ. 20.
[11] Βλ. Σ. Δρακοπούλου, «Τηλεόραση και οι ρόλοι των φύλων», στον τόμο Κ. Ναυρίδη, κ.ά. (επιμ.), Τηλεόραση και επικοινωνία, Θεσσαλονίκη (εκδ. Παρατηρητής) 1988, σ. 83.
[12] Βλ. O’ Kelly, “Sexism in children’s television”, στο Jornalism Quarterly, (1974), τόμ. 5, αρ. 4, σσ. 722-724. Βλ. επίσης Τ. Δουλκέρη, Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και ισότητα των δύο φύλων: μια πρώτη θεωρητική προσέγγιση και εμπειρική έρευνα, (Πάντειος σχολή), εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1990, σσ. 43-44, 61.
[13] Βλ. Ν. Δήμου, Ελληνική κοινωνία. Κοινωνία και τηλεόραση στην Ελλάδα, περ. Νέα Κοινωνιολογία (1988), τεύχ. 2, σ. 15. Βλ. επίσης Γ. Μπαρτζή, «Για το αποπροσανατολιστικό παιδικό βιβλίο», στην Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας (1988), τεύχ. 3, σ. 296.
[14] Βλ. Τ. Δουλκέρη, Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και ισότητα των δύο φίλων, ό.π., σσ. 44 και 52.
[15] Βλ. Σ. Δρακοπούλου, «Τηλεόραση και οι ρόλοι των φύλων», ό.π., σσ. 84 και 87.
[16] Βλ. J. Fiske & J. Hartley, Η Γλώσσα της τηλεόρασης, μετάφρ. Ρ. Αστρινάκη, Αθήνα (εκδ. Επικοινωνία και Κουλτούρα) 1992, σς. 27-28. Βλ. επίσης Β. Βουϊδάσκη, Η τηλεοπτική βία και επιθετικότητα και οι επιδράσεις τους στα παιδιά και στους νέους, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1992, σ. 175. Α. Ηλιοπούλου, «Το γυναικείο ζήτημα και η αντιμετώπισή του από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης», Υλικά & Πρακτικά του Α΄ Πανελληνίου Συνεδρίου Ραδιο – Τηλεόρασης, διοργ.: Π.Ο.Θ.Α., Αθήνα (εκδ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος – Ακροάματος) 1983, σ. 83.
[17] Βλ. Γ. Ζώτου, «Η εικόνα της γυναίκας μέσα από τη διαφήμιση. Κριτική εξέταση ερευνών που γίνονται στις ΗΠΑ με βάση τα περιοδικά μαζικής κυκλοφορίας». Κοινωνιολογία, Επιστημονική σκέψη (1986), τεύχ. 23, σ. 81.
[18] Βλ. Τ. Δουλκέρη, Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και ισότητα των δύο φίλων, ό.π., σσ. 151.
[19] Βλ. Ε. Βινιεράτου Ν. Περπατάρη, «Η γυναίκα της μικρής οθόνης», περ. Διπλό Τηλέραμα (1989), τεύχ. 634, σ. 18.
[20] Βλ. Ε. Βινιεράτου Ν. Περπατάρη, ό.π., σ. 21.
[21] Βλ. Ε. Μάινου, Επίδραση της τηλεόρασης στα παιδιά, (διπλωματική εργασία, Φιλοσοφική Σχολή Α.Π.Θ. Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής), Θεσσαλονίκη 2003, σ. 48.

No comments: