Sunday 16 August 2015

Ο ρόλος και η σπουδαιότητα της εικόνας στη λατρεία


Μεγάλη είναι η συμβολή των ιερών εικόνων στη θεία λατρεία. Δε νοείται να υπάρχει ορθόδοξος ναός χωρίς τις ιερές εικόνες ενώ το ίδιο ισχύει και για τις οικίες των ευσεβών ορθόδοξων χριστιανών. Η ορθόδοξη εικόνα ήταν πάντοτε μέσο λατρείας και προσκύνησης καθώς όλοι οι πιστοί ενώπιον των εικόνων απευθύνουν τις προσευχές τους ως προς τους αγίους, τις ευχαριστίες αλλά και τις δοξολογίες τους προς το Θεό[1]. Πάνω από την Ωραία Πύλη εικόνες του Δωδεκαόρτου όπως ο Ευαγγελισμός, η Γέννηση, η Υπαπαντή, η Βάπτιση, η Μεταμόρφωση, η Έγερση του Λαζάρου, η Βαϊοφόρος, ο Μυστικός Δείπνος, η Σταύρωση, η Ανάσταση, η Ανάληψη και η Πεντηκοστή μας θυμίζουν Δεσποτικές και Θεομητορικές γιορτές, γιατί τα θεία αυτά γεγονότα είναι σταθμοί στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας και της σωτηρίας μας γενικότερα[2]. Όταν ο πιστός βλέπει μέσα στο ναό, τις μορφές των αγίων γύρω του, και μάλιστα ιεραρχημένες με τάξη, όπως είναι στον ουρανό, τότε έχει και εποπτικά την αίσθηση ότι έχει αρπαγεί στον ουρανό και παρακολουθεί τη θεία Λειτουργία μαζί με τους αγίους και τους αγγέλους. Ένα αρχαίο χρονικό του Κιέβου μας λέγει ότι, όταν οι πρέσβεις του τσάρου Βλαδιμήρου βρέθηκαν στην αγία Σοφία σε ώρα λειτουργίας, υποβλήθηκαν τόσο πολύ από την όλη ατμόσφαιρα, ώστε δεν γνώριζαν αν βρίσκονται στη γη ή στον ουρανό. Αυτή η όλη μυσταγωγική εμπειρία μας βοηθά να βιώσουμε πιο έντονα όσα τελούνται μέσα στο ναό[3].


Επομένως, μέσω των εικόνων επιτυγχάνεται η δημιουργία του κατάλληλου κλίματος της κοινής προσευχής, των συναισθημάτων της ιερής κατάνυξης και της κοινωνίας με όλα τα ιερά πρόσωπα, τα οποία κατά την επίγεια ζωή τους ευαρέστησαν τον Θεό[4]. Αισθητοποιούν τα τελούμενα στη λατρεία, τα κάνουν άμεσα, παρόντα. Επιχειρούν δηλαδή με ορατούς και εμπειρικούς τρόπους να καταστήσουν προσιτό στο ανθρώπινο πνεύμα το μυστήριο της θείας Οικονομίας, που αποτελεί και το κέντρο της ορθόδοξης λατρείας[5]. Σκοπό έχουν να προετοιμάσουν ψυχολογικά τους πιστούς για τη συμμετοχή τους στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας[6].

Αρκετές εικόνες παρουσιάζουν δυνατότητες υπερφυσικές, ώστε οι άγιοι που αποτυπώνονται πάνω σε αυτές να θεραπεύουν, να λειτουργούν ως πηγές αγιάσματος, να μεσιτεύουν, να παρουσιάζουν ιδιότητες έμψυχων όντων. Σε όλους αυτούς οι πιστοί εμπιστεύονται την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου και τη σωτηρία των ψυχών και των σωμάτων[7]. Θα μπορούσε όμως να υποστηριχθεί ότι όλες οι εικόνες είναι θαυματουργές, διότι θαύματα δεν είναι μόνο οι θεραπείες σωματικών νόσων και η αποτροπή επικείμενης συμφοράς, αλλά και η ενίσχυση της πίστης και της ελπίδας καθώς και η ανακούφιση της ψυχής των πιστών[8]. Κατά συνέπεια δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η ψυχοσωτήρια επίδρασή τους στους πιστούς.

Εάν οι άνθρωποι διαφυλάττουν φωτογραφίες προσφιλών τους προσώπων και τις ασπάζονται, πολύ περισσότερο πρέπει να πράττουν το ίδιο για τους αγίους που μαρτύρησαν και υπέμειναν τα πάντα για το Χριστό. Αγγίζουν τα βάθη της ύπαρξης, καθώς γίνονται μέσο στις προσευχές και ανοίγουν ένα παράθυρο στον άγνωστο χώρο του επέκεινα, δίνοντας ένα ήρεμο πρόσωπο σ' αυτόν που προσεύχεται[9].

Η μίμηση των αγίων είναι μίμηση Χριστού[10]. Ο Απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος στους πιστούς γράφει: “Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού”[11].Δεν πρόκειται για μια ηθικιστική μίμηση του Χριστού, ούτε για καλλιέργεια στοχαστικών σκέψεων και συναισθηματικών καταστάσεων, ούτε για μια εξωτερική συμμόρφωση του Χριστιανού προς τη ζωή του Χριστού. Ο χριστιανός καλείται να μιμηθεί τα Πάθη, το Σταυρό, το θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού[12].Έτσι μεταξύ θεατή και εικόνας δημιουργείται ένας στενός σύνδεσμος. Η αναπαράσταση των αρετών των αγίων και γενικά των πράξεών τους είναι το καλύτερο μάθημα θρησκευτικών. Είναι μία συνεχής παρώθηση προς ενθύμηση. Άλλωστε, σκοπός των εικόνων δεν είναι μόνον να παρουσιάζουν στους πιστούς τη μορφή των εικονιζόμενων, αλλά και να υπενθυμίζουν τις αρετές των πρωτοτύπων προς παραδειγματισμό[13]. Ο προσκυνών την εικόνα ενός αγίου δεν προσκυνεί σ' αυτήν απλώς τον εικονιζόμενο άγιο, αλλά προσκυνεί έμμεσα τον Θεό, για τη δόξα του οποίου ο εικονιζόμενος άγιος αγωνίστηκε μέρι αίματος και μαρτυρίου[14]. Η εικόνα επομένως, λειτουργεί σαν γέφυρα ανάμεσα στον πιστό και το εικονιζόμενο πρόσωπο, ανάμεσα στον άνθρωπο και το θείο. Η επικοινωνία είναι καθαρά πνευματική και υπερβατική[15].

της Βασιλικής Β. Παππά
Msc, MA Θεολόγου


[1]    Βλ. Χ.Θ. Κρικώνη, Η περί εικόνων διδασκαλία της Εκκλησίας και του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού ειδικώτερον, Θεσσαλονίκη (έκδ. University Studio Press) 2001, σσ. 21-22. Γ. Αντουράκη, “Μηνύματα από τη Χριστιανική Τέχνη”, περ. Απόστολος Βαρνάβας (1990), τεύχ. 1, τόμ. ΝΑ΄, σ. 17.
[2]    Βλ. Γ.Ε. Μεντιδάκη, πρωτοπρεσβ., Τύπος και συμβολισμός στην Ορθόδοξη λατρεία, τόμ. Πρώτος, Ηράκλειο 1997, σ. 230.
[3]    Βλ. Π. Παπαευαγγέλου, Η εκκλησιαστική μας ζωγραφική, Θεσσαλονίκη 1980, σσ. 10-11. Πρβλ. Π. Παπαευαγγέλου, Ο χριστιανικός ναός εξ επόψεως ορθοδόξου, Θεσσαλονίκη, 1970, σ. 119 κ.εξ.
[4]    Βλ. Μ.Α. Σιώτου, Ιστορία και θεολογία των ιερών εικόνων, Αθήνα 1994, σ. 168.
[5]    Βλ. Κ. Καλοκύρη, λ. “Εικονογραφία”, στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος πέμπτος, σ. 373. Πρβλ. Πρωτοπρ. Μ. Καρδαμάκη, Ορθόδοξη πνευματικότητα. Η αυθεντικότητα του ανθρώπινου ήθους, (εκδ. Ακρίτας) 1993, σ. 220.
[6]    Βλ. P. Sherrard, “H τέχνη της εικόνας”, στον τόμο Περί ύλης και τέχνης, Αθήνα (εκδ. Δωδώνη) 1971, σ. 35.
[7]    Βλ. L. Ouspensky-Vl. Lossky, The meaning of icons (translated by G.E.H. Palmer and Kadloubousky), 1982, σσ. 25 και 49. C. Mango, The cult of icon, στο Holy Impage, Holy Space, Icons and Frescoes from Greece, Greek Ministry Culture, Byzantine Museum of Athens, 1988, s. 36. H.P. Gerhard, Welt der Ikonen, Recklinghausen, 1980, σσ. 23-24. Πρβλ. Α.Δ. Τσιλιπάκου, “Βυζαντινές μαρμάρινες εικόνες από τη Θεσσαλονίκη”, στα Βυζαντινά (1988), τόμ. 19, σσ. 293 και 294. Α. Ξυγγόπουλου, “Φορητές Εικόνες”, στον τόμο “Η Βυζαντινή Τέχνη – Τέχνη Ευρωπαϊκή”, Ζάπειο Μέγαρο, 1964, σ. 190. Α.Μ. Σταυρόπουλου, Στιγμιότυπα και περιπλανήσεις σε δρόμους ποιμαντικής διακονίας, Αθήνα 1983, σ. 28. Κ. Καλοκύρη, Η ζωγραφική της Ορθοδοξίας. Ιστορική, αισθητική και δογματική ερμηνεία της Βυζαντινής ζωγραφικής, Θεσσαλονίκη 1972, σ. 116. Ε.Κ. Γιαννή, “Αναζωγράφησις του ενσημαινόμενου”; Με αφορμή την εικονογράφηση του διδακτικού βιβλίου θρησκευτικών της Γ΄Δημοτικού, στην Επισημονική Παρουσία Εστίας Θεολόγων Χάλκης, εν Αθήναις 1994, τόμ. 3, σ. 125.
[8]    Βλ. Βλ. Χ.Θ. Κρικώνη, Η περί εικόνων διδασκαλία της Εκκλησίας και του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού ειδικώτερον, ό.π., σ. 41.
[9]    Βλ. Ν. Ζία, “Εισαγωγή”, στον τόμο Ο Περίπλους των Εικόνων, Κέρκυρα, 14ος – 18ος αιώνας, 1994, σ. 13.
[10]  Βλ. Γ.Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική, Θεσσαλονίκη 1976, σ. 145. Θ.Στ. Νικολάου, Η σημασία της εικόνας στο μυστήριο της Οικονομίας, μετάφρ. Κ. Νικολακόπουλου, Θεσσαλονίκη (εκδ. Π.Πουρναρά) 1992, σ. 101. Β. Γιαννόπουλου, “Αι περί τέχνης ιδέαι της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου”, ό.π., σ. 620. Γ.Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική, τόμ. ΙΙ, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 287.
[11]  Α΄ Κορ. 11, 1. Πρβλ. και Α΄ Θεσ. 1, 6.
[12]  Βλ. Ιερόθεου, Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου, “Η μίμηση του Χριστού κατά την Ορθόδοξη Παράδοση”, περ. Γρηγόριος ο Παλαμάς (1996), τεύχ. 764, σ. 590.
[13]  Βλ. Δ. Κυράτσου, Μητροπ. Δράμας, “Τιμή και μίμηση αγίων”, στον τόμο Χαριστήριον, τω παναγιωτάτω Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονι τω δευτέρω, Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 55, 56 και 63.
[14]  Βλ. Βλ. Χ.Θ. Κρικώνη, “Η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας περί της τιμής και προσκυνήσεως των ιερών εικόνων και οι αντιλήψεις του ιερού Φωτίου έναντι της εικονομαχίας”, περ. Θεολογία (1996), τεύχ. 67, σσ 107-108.
[15]  Βλ. Λ. Ουσπένσκυ, Η Εικόνα, μετάφρ. Φώτη Κόντογλου, Αθήναι (εκδ. Αστήρ-Παπαδημητρίου) 1952, σ. 41. Η.Β. Οικονόμου, “Τι είναι η εικών, λειτουργικό σκεύος ή ερμηνευτικό μέσο;”, στο περ. Εκκλησία (1990), τεύχ. 67, σ. 369. Μ. Στεφανίδη, “Η Βυζαντινή Ζωγραφική. Μορφή και Ιδέα – Από του Δαμασκηνού στον Greco”, περ. Ελληνορθόδοξος Βυζαντινός Πολιτισμός (1998), τ. Α΄ 3, σ. 103. Δ. Χατζηαποστόλου, “Σύγχρονη εικονογραφία”, περ. Πεμπτουσία, (2001), τεύχ. 5, σσ. 59, 60. Κ. Μαρκόπουλου, “Ιστορικό και θεολογικό υπόβαθρο της βυζαντινής εικόνας”, περ. Πειραϊκή Εκκλησία (2003), τεύχ. 138, σ. 20. Α.Μ. Παπαδόπουλου, Μαρτυρία και διακονία της Ορθοδοξίας σήμερα IV, Θεσσαλονίκη (εκδ. Κυριακίδη) 1993, σ. 158.

No comments: